Σάββατο 11 Αυγούστου 2018

Φρουροί της Παράδοσης. Στο μονοπάτι της αιγινίτικης αγγειοπλαστικής τέχνης.

Πηλός. Ένα υλικό πανάρχαιης προέλευσης που κλείνει στην καρδιά του τη γη.
Απο πηλό άλλωστε έπλασε ο Δημιουργός τον άνθρωπο σύμφωνα με τη γέννεση.
Επίσης, σε ολολόκληρο τον πλανήτη οι αρχαιολόγοι στις ανασκαφές τους, ανακαλύπτουν πάντα πήλινα κατασκευάσματα προερχόμενα απο την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.

Ο Πηλός είναι ένα υλικό που αντέχει στο χρόνο, και που είναι συνδεδεμένο διαχρονικά με την ανθρωπινη ύπαρξη και δημιουργία.

Η Αίγινα είναι πασίγνωστή απο την αγγειοπλαστική της δραστηριότητα.

Τα Αιγινίτικα κανάτια αποτελούν μια παλαιά παράδοση,   και οι Αιγινίτες τεχνίτες έχουν αφήσει το δικό τους μοναδικό στίγμα στην ιστορία της αγγειοπλαστικής.

Ενας απο τους λίγους πλέον αγγειοπλάστες που έχουν απομείνει να κρατούν την οικογενειακή σκυτάλη στην ιστορία της αιγινίτικης αγγειοπλαστικής, είναι ο Νίκος Σκλάβαινας το εργαστήριο του οποίου επισκεφθήκαμε ζητώντας του να μας δώσει την εικόνα της αγγειοπλαστικής του σήμερα, και να μας περιγράψει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει στις μέρες μας το επάγγελμα του αγγειοπλάστη, που δυστυχώς ολοένα και φθίνει.
Κλεοπάτρα-Αλέξανδρος-Γεωργία

  Το εργαστήριο του Νίκου Σκλάβαινα είναι ενας λιτός χώρος, με έργα δικά του, αλλά κυρίως του πατέρα του που έφυγε πρίν λίγο καιρό, αφήνοντας στο ποδι του το Νίκο Σκλάβαινα το γυιό του συνεχιστή της οικογενειακής παράδοσης.

Γύρω φιγούρες έτοιμες να σου πουν την ιστορία τους.














Νίκο, μίλησε μας για την οικογένεια σου. Απο που προέρχεται, απο που κατάγεται, και κυρίως πως βρέθηκε εδώ στην Αίγινα.

Νίκος: Το 1910 ήλθε ο παππούς απο τη Σίφνο.
Εγκαταστάθηκε εδώ. Το πατρικό αυτό που μένω ήταν το σπίτι του παππού. Ο παππούς μόλις ήλθε απο τη Σίφνο μετά απο λίγο πήγε φαντάρος, μόλις γύρισε ασχολήθηκε αμέσως με την κεραμεική τέχνη. Έκανε ένα μικρό φούρνο και αρχισε σιγά σιγά να φτιάχνει κεραμεικά. Μετά παντρεύτηκε, έκανε έντεκα παιδιά. Ολα τα παιδιά του ασχολήθηκαν με την κεραμεική. Με τα γαϊδουράκια πηγαίνανε στα χωράφια στο μύλο που έχει άσπρο χώμα, την πασπάρα, το φέρνανε και το κάνανε πηλό. Με αυτά σχολιόντουσαν ολη η οικογένεια.
Οταν μεγαλώσανε τα παιδιά, μαζί και ο πατέρας μου κάποια μείνανε εδώ, και μερικά πήγανε στο Μαρούσι και ανοίξανε εκεί μαγαζιά, συνεχίσανε την κεραμική. Το 1970 ήτανε και ο πατέρας μου που ειχε πάρει μαζί με τα αδέλφια του μαγαζί στο Μαρούσι. Η δουλείά του όμως δεν ήτανε αυτή του πατέρα μου και γύρισε πίσω εδώ. Αυτό το μαγαζί παλιά έφτιαχνε τσιμεντόλιθους. Αυτή τη δουλειά έκανε αρχικά ο πατέρας μου. Οταν γύρισε εδώ τον πιάσανε τα αδέλφια του και του είπανε να τον βοηθήσουν να φτιάξει το μαγαζί για κεραμεικά. Λίγο πιο κάτω ειχε ο αδελφός του μαγαζί ο Σπύρος Σκλάβαινας. Πραγματικά τον βιηθήσανε, του πήρανε τον πρώτο τροχό, αυτόν εδώ που έχω ακόμα, και τον βοηθήσανε να αναπτυχθεί... 

 Ο παππούς απο τη Σίφνο την ήξερε την τέχνη;

Νίκος: Βέβαια, αυτή τη δουλειά έκανε και εκεί.

Τι τους έκανε να διαλέξουν την Αίγινα ; Γνώριζαν ότι εδω η τέχνη αυτή ευδοκιμούσε;

Νίκος: Βέβαια... Εδώ υπήρχαν τότε σαράντα καμίνια. Σαράντα καλλίτεχνες που έκαναν τη δουλειά αυτή.

Θυμάσαι κάποια ονόματα να μας πεις;

Νίκος: Φυσικά και θυμάμαι τους θείους μου. Ο θείος μου ο Αντρέας στο Μαρούσι, ζεί ακόμα, ο θείος μου Γιάννης πέθανε πρόπερσι που έκανε και αυτός την ίδια δυλειά, η θεια μου η Βαγγελιώ που είναι στα βριλίσσια, ο θείος μου ο Σπύρος ο συχωρεμένος εδω πιο κάτω που έκανε την ίδια δουλειά, ο πατέρας του Αργύρη του Σκλάβαινα που έχει την ταβέρνα εδώ στο Μεσαγρό, και που ήταν ο μόνος που δεν ασχολήθηκε με την κεραμική, ο θείος ο Γιώργης που ηταν το πρωτο παιδί του παππού και ο πρώτος καλιτέχνης της κεραμικής. Αυτός ομως δεν ασχολήθηκε μετά με την κεραμική, ασχολήθηκε με τις πέτρες, σκάλιζε πέτρες ....

Τα παιδιά των θείων σου συνέχισαν την παράδοση;

Νικος: Οχι , κανένας.

 Τα μαγαζιά στο Μαρούσι;

Νίκος: Οχι μονο ενα δύο μαγαζιά έχουν μείνει απο τα ξαδέλφια μου. Οι άλλοι τα κλείσανε και τα κάνανε μαιζονέτες.

Πες μας μερικές πληροφορίες για το υλικό, την πασπάρα που είναι και το χαρακτηριστικό τη Αίγινας.

Νίκος: Η Πασπάρα είναι το κανονικό χώμα, αυτό το κιτρινωπό. Εδω στο νεκροταφείο  του Μεσαγρου απο πίσω έχει πολύ.  Έχει κι εδώ στους Μύλους που έχουμε ενα χωράφι , και το παίρναμε απο εκεί εμείς. 
Αυτή η δουλειά  θέλει διαδικασία μια βδομάδας περίπου επεξεργασία. Το φέρνανε παλιά με τα γαϊδούρια, τωρα με το φορτηγό.Το απλώνανε και το σπάγανε παλιά γιατι ηταν ξερά κομμάτια. Τα σπάγανε με ενα ξύλο τον κόπανο που λέγανε τότε, και μετά το βάζανε στην καρούτα μέσα (ενα τετράγωνο πλαίσιο). Ετσι το κάνω και τώρα.
Γεμίζω με νερό, το αφήνω μια μέρα μέσα να λιώσει καλά, να γίνει αλοιφή, και την επόμενη μέρα το πιάνω με το φτιάρι, το ανακατεύω και το σουρώνω σ' ένα άλλο πλαίσιο μετά. 
Εκεί το αφήνω πέντε εξη μέρες να στεγνώσει, οχι τελείως βέβαια για να μπορέσω να το κόψω, και να το φέρω μέσα στο μαγαζί.

Την επόμένη μέρα λοιπόν πρέπει ο πηλός να ζυμωθεί σαν το ζυμάρι. Να ζυμωθεί καλά για να μην εχει αέρα. 
Αυτή ειναι μια δύσκολή διαδικασία.

Ο πηλός πρέπει να ζυμωθεί καλά για να μην έχει αέρα και σκάει. Μετά πάει στον τροχό. Ο τροχός ειναι ο ίδιος που του έκαναν δώρο τα αδέλφια του πατέρα μου.
Η πιο τεχνική πλευρά. Φαίνεται εύκολο αλλά δεν είναι, μια τρίχα να σου ξεφύγει και ... πάει..





 Έτοιμο! Αφού κατασκευαστεί  λοιπόν το κομμάτι, το αφήνω να στεγνώσει μια μέρα και πάει στο καμίνι, φούρνο δηλαδή όπου ψήνεται σε μεγάλες θερμοκρασίες.


Ερώτηση:  Με ξύλα; Ξυλόφουρνος;

Νίκος: Ναι. Πρώτα βάζουμε ξύλα, ο φούρνος εχει πορώλιθους και οταν ζεσταθει καλά ψήνοντα τα κεραμικά. Βέβαια, οι φούρνοι πλέον στα περισσότερα εργαστήρια είναι ηλεκτρικοί. Εγώ ακ΄0ομα τον καίω με ξύλα.
Τα παλιά χρόνια θυμάμαι ο πατέρας μου κουβαλούσε τσουβάλια απο αμυγδαλότσουφλα, και τα χρησιμοποιούσε για να ανάβει τη φωτιά στο καμίνι.
Αυτό είναι. Είναι δύσκολο, θέλει πολύ χρόνοα μέχρι να γίνει,αλλά όταν ενα κομμάτι τελειώνει είναι μεγάλη η ικανοποίηση.







Αγγειοπλαστική. Μια παράδοση που πέρασε απο χέρι σε χέρι πολλές γενιές για να φτάσει στο σήμερα της τεχνολογίας και της κρίσης, δύο παράγοντες που δεν ευνοούν την εξέλιξη της παραδοσιακής αγγειοπλαστικής.

Ο Νίκος Σκλάβαινας είναι απο τους τελευταίους συνεχιστές της οικογενειακής παράδοσης. Θα τα καταφέρει; Εξαρτάται κατά μεγάλο βαθμό απο το δικό του μεράκι και προσπάθεια. Του ευχόμαστε καλή δύναμη.

Ο Νίκος Σκλάβαινας παραδίδει μαθήματα σε όποιον ενδιαφέρεται να μάθει την παραδοσιακή τέχνη της αγγειοπλαστικής όπως εκείνος τη διδάχτηκε απο την οικογένεια του. Το τηλέφωνο του ειναι στη διάθεση κάθε ενδιαφερόμενου.

Ευχαριστούμε τον Νίκο για τη φιλοξενεία και την πρόθυμη ξενάγηση στο εργαστήριο του.

Γεωργία Σταυριανέα

Τετάρτη 30 Μαΐου 2018

Ενα Μουσικό ταξίδι με τίτλο "Θύμησες", προορισμός Μικρασία.


"Αν μπορούσαμε να βρεθούμε ξαφνικά με τη μηχανή του χρόνου στην Μικρασία του 1900, θα ακούγαμε τραγούδια της αγάπης, σεβνταλίδικα και συναισθηματικά... λυρικές πατινάδες τσ’ αυγής... τζιβαέρια και τρυφερά ναναρίσματα... βυζαντινά επικά τραγούδια με τα κατορθώματα των ακριτών... και χαριτωμένα μελιστάλαχτα ερωτοτράγουδα σε απέραντη ποικιλία... σκοπούς της θάλασσας, της δουλειάς και της αγροτικής ζωής... ασίκικα τούρκικα τραγούδια και ντερτιλίδικα σμυρναίικα μινοράκια."
   Ενα μουσικό ταξίδι με τίτλο "Θύμησες" προορισμός Μικρασία. 

Με αφορμή την θλιβερή επέτειο της Άλωσης, έκανε την πρώτη της εμφάνιση, ως Καλλιτεχνικός Σύλλογος Αίγινας, η γνωστή ορχήστρα "Εστουδιαντίνα Αίγινας. Μας δώρισε μια βραδιά νοσταλγίας, ταξιδεύοντας: "Στου Βοσπόρου τ' αγιονέρια" στην Προποντίδα, το Αϊβαλί, τη Σμύρνη,το Μιχαλίτσι, τα Αλάτσατα, τα Μικρασιάτικα παράλια, τα Ταταύλα, και την Κωνσταντινούπολη.
Οι υπέροχες φωνές: του Μηνά Μακαρατζή, των μικρών αηδονιών της ορχήστρας, Κατερίνα Μουτζούρη, Μαρία Σοφικίτη, Άννα Κότορου, καθώς και του Ανδρέα Γιαννούλη με σαντούρι του, έβαλαν μια ξεχωριστή πινελιά στο μουσικό  ταξίδι, μαζί μέ όλα τα μέλη της ορχήστρας που συνέθεσαν με το μεράκι τους, μια ακόμα αξέχαστη βραδιά μνήμης, και νοσταλγίας.


Η ψυχή της βραδιάς ο Αλέξανδρος Σπίτζινγκ με τη διακριτική και σεμνή, όπως πάντα, παρουσία του, οδήγησε την εκδήλωση σε ιδιαίτερα μονοπάτια, και ενα ακόμα ταξίδι της ορχήστρας του σε πλήρη επιτυχία.

Η ορχήστρα "Εστουδιαντίνα Αίγινας" θα εμφανιστεί στην συνεστίαση - γνωριμία, του Καλλιτεχνικού Συλλόγου 'Εστουδιαντίνας Αίγινας" που θα γίνει τις 17 Ιουνίου 2018, ώρα 8.30 στο  'Μάνιτας στο Κύμα" περιοχή Φάρος. 
Ελάτε να τραγουδήσουμε και να χορέψουμε με ζωντανή μουσική απο την ορχήστρα "Εστουδιαντίνα Αίγινας", και να ενισχύσουμε οικονομικά τον νεοσυσταθέντα σύλλογο, που μοναδικό σκοπό έχει να μυήσει μικρούς και μεγάλους  στο δρόμο και την αγάπη για την παραδοσιακή μουσική.
Γ.Σ


Ενα τραγούδι μια ιστορία: Αλέξανδρος ο Βασιλιάς


29 Μαΐου 1453. Η συγκλονιστικότερη ημέρα του νεότερου Ελληνισμού. Η Κωνσταντινούπολη, η Πόλη των πόλεων έπεσε στα χέρια των εχθρών. Τέτοια η θλίψη του Ελληνισμού, που απ' άκρον εις άκρον της Αυτοκρατορίας όλοι θρήνησαν με τον τρόπο τους την Άλωση της Ρωμανίας (Βυζαντινής Αυτοκρατορίας). 
Σαν έπεσε τελειωτικά η Πόλη στα χέρια των Τούρκων, ο πόνος κι ο καημός ήταν μεγάλος. Κι έγινε τραγούδι ο πόνος και θρήνος ο καημός. Κι αν η άλωση ήταν γεγονός, η ελπίδα πως κάποια μέρα... πάλε με χρόνια και καιρούς... έμειναν πάντα...
Στην περιοχή του Έβρου, επιβίωσε σε χορευτική μορφή (Ζωναράδικου), το τραγούδι που αφηγείται ποιητικά έναν από τους πιο γνωστούς θρύλους της Άλωσης, το θρύλο του καλόγερου που για να δεχτεί την αδιανόητη είδηση ότι η Πόλη έπεσε, έβαλε όρο να πεταχτούν τα μισοτηγανισμένα ψάρια απ' το τηγάνι και να επιστρέψουν στο νερό. Τα ψάρια πήδηξαν και κατά την λαϊκή παράδοση κολυμπούν ακόμη μέσα στο αγίασμα της εκκλησίας του Μπαλουκλί. 
Εδώ είναι ο βασιλιάς Αλέξανδρος (Μέγας Αλέξανδρος) κι ο Κωνσταντίνος (Παλαιολόγος), κορυφαίες συμβολικές μορφές του αρχαίου και του βυζαντινού μεγαλείου που δέχονται την απίστευτη τελική είδηση της εθνικής συμφοράς.

Αλέξανδρος Ο Βασιλιάς... (παραδοσιακό)
"Aλέξαντρος, μπρ' αμάν αμάν, Aλέξαντρος κι ο βασιλιάς - Aλέξης αντρειωμένος - κι ο μικρο-Kωσταντίνος Mαζ' έτρουγαν, μαζί έπιναν, μαζί χαροκοπιούνταν. Kει πότρουγαν κει πόπιναν και κει π' χαροκοπιούνταν λαλιά τ'ς ήρθι 'πού του Θιό, λαλιά 'πού τα ουράνια. - Θα πάρει Tούρκος το ψωμί, θα σέβ' και μες στην Πόλη. - 'Nτα βγουν τα ψάρια 'π' του νταβά κι ο πέτ'νος 'πού το ντέντζιρ' Θα πάρει ο Tούρκος το ψωμί, θα σέβ' και μες στην Πόλη. Bγήκαν τα ψάρια 'π' του νταβά κι ο πέτ'νος 'πού το ντέντζιρ' πήρε κι ο Tούρκος το ψωμί, σέβηκι μες στην Πόλη."

Τρίτη 1 Μαΐου 2018

Καλωσόρισμα στο Μάη απο την Εστουδιαντίνα Αίγινας


Η Εστουδιαντίνα Αίγινας καλωσόρισε μουσικά το Μάη στην εκδήλωση των Ενεργών Πολιτών Αίγινας για την Πρωτομαγιά. Οι τυχεροί που βρέθηκαν σήμερα μαζί μας, απόλαυσαν την όμορφη φύση, τις μυρωδιές της άνοιξης, παραδοσιακή μουσική, και χορό κάτω απο τις Αιωνόβιες Ελιές προσθέτοντας μια ακόμα ιστορία στις άπειρες που θα μπορούσαν να μας διηγηθούν, τα γέρικα πανέμορφα ιστορικά δέντρα.





Ελαιώνας Αίγινας, ενα φυσικό μνημείο
Ο Ελαιώνας είναι μια περιοχή που ανήκει στη Μονή Χρυσολεόντισσας, και σε λίγους ιδιώτες. Πρόκειται για έναν τόπο βοσκής που φιλοξενεί τα ελαιόδεντρα περισσότερο από 2.000 ίσως και 2.500 χρόνια, όπως τουλάχιστον υπολογίζεται κατά προσέγγιση, αφού η μέτρηση που έγινε με ραδιοϊσότοπα από το Εθνικό Κέντρο Έρευνας Φυσικών Επιστημών «Δημόκριτος» (με πρωτοβουλία του συλλόγου «Φίλοι της Αίγινας») στον εξωτερικό μόνο φλοιό τους έδειξε χρονολογία 500 περίπου ετών.
Ο άγνωστος για πολλούς φυσικός θησαυρός της Αίγινας βρίσκεται στην τοποθεσία Παχιά Ράχη κάτω από την θέση Σφυρίχτρες αμέσως μετά την Β΄ παραλία του Μαραθώνα.

Τρίτη 6 Μαρτίου 2018

Αφιέρωματα: Μιχάλης Γενίτσαρης

Genitsaris Michalis / Γενίτσαρης Μιχάλης
      "....Εγώ μάγκας φαινόμουνα
           θα γίνω από μικράκι
           μ’ αρέσανε τα έξυπνα
           κι έμαθα μπουζουκάκι..."


Γεννήθηκε 15 Ιουνίου 1917 - Έφυγε 11 Μαΐου 2005

Ανήκει στην κατηγορία των συνθετών που έπαιξαν αποφασιστικό ρολό στην διαμόρφωση του ρεμπέτικου, ο τελευταίος της μεγάλης πειραιώτικης παρέας του ρεμπέτικου ...

Ο ρεμπέτης και μάγκας Μιχάλης Γενίτσαρης ή Γεννήτσαρης, όπως ήταν κανονικά το επίθετό του, γεννήθηκε στις 15 Ιουνίου του 1917 στην Αγία Σοφία στον Πειραιά, οδός Αίμου από πατέρα και μητέρα φτωχούς. Ο πατέρας (Γιώργος) του διατηρούσε μπιραρία στη γειτονιά, δουλειά που δεν ήταν αρκετή για την επιβίωση της οικογένιας. Ο Μιχάλης Γενίτσαρης είχε παρατήσει νωρίς το σχολείο, ίσα-ίσα είχε βγάλει την δεύτερη τάξη.

Ο Μπάτης και ο πιτσιρικάς Γενίτσαρης ...
Απέναντι από το καφενείο του πατέρα του, στην Παλαμηδίου, στην Αγία Σοφία του Πειραιά, ήταν το καφενείο-χοροδιδασκαλείο του γενάρχη του ρεμπέτικου, του Γιώργου Μπάτη «ένας άνθρωπος που έκανε τον κόσμο να γελάει», όπως έλεγε ο Μιχάλης Γενίτσαρης.. 
Εκεί μέσα ανδρώθηκε και ζυμώθηκε με τους πρώτους γνήσιους ρεμπέτες ο Μιχάλης. Εκεί με το φίλο του Θανάση, το γιο του Μπάτη, ακούγανε μπουζούκι και μπαγλαμά!..
1927 O πιτσιρικάς Γενιτσαρης με τραγιάσκα, σε ένα από τα πρώτα καφενεία του Γ. Μπατη.
Η πρώτη του δουλειά ήταν να γυρίζει τη λατέρνα. Κάτω από τους ήχους της, ο Μπάτης μάθαινε χορό τους μάγκες(!). Η ιστορία της ζωής του αρχίζει από 'κεί. Το 1927 - '28. Πειραιάς, μάγκες, ντερβίσιδες, νταήδες, κουτσαβάκια, τεκέδες, μπουζούκια, και τζουράδες, χασίσια, ναργιλέδες, μπαγλαμάδες, τραγούδια!
* Η ανακάλυψη ενός παλιού μπαγλαμά του πατερά του στην κασέλα του σπιτιού του όταν η μάνα του καθάριζε μια μέρα, τον έφερε ακόμα πιο κοντά στο όργανο που από τότε είχε γίνει το μεράκι του!. Με αυτό το όργανο, μέχρι τα δέκα του χρόνια είχε μάθει την «Ντουντού» και τον «Μεμέτη». 
Ο πρώτος του δάσκαλος στο μπουζούκι ήτανε ο μάστρο-Κώστας ο Καταγάς, το αφεντικό του σε ένα χυτήριο όπου δούλευε. Όσο μεγάλωνε και γινόταν ανεξάρτητος στη σκέψη τόσο το μπουζούκι τον συνέπαιρνε. Σαν έγινε δεκαπέντε χρονών (1932) αγόρασε το πρώτο του όργανο από τον Κυριάκο Λαζαρίδη και από τότε συνεχώς έπαιζε. 
«Τα βράδια συναντιόμουνα με τους φίλους μου. Είχαμε γίνει δεκαπεντάρηδες. Παίζαμε στις γειτονιές, εγώ μπουζούκι και ένας φίλος μου, Τάκης Δημητρίου, κιθάρα. Εν τω μεταξύ, μετά γνώρισα και στου Μπάτη το καφενείο το Δελιά, το Μάρκο, που δεν είχανε ακόμα γραμμοφωνήσει, δεν είχανε ακουστεί. Ερχόντουσαν στου Μπάτη. Ο Μάρκος δούλευε τότε στα σφαγεία. Εγώ τότε έπαιζα μπουζούκι καλούτσικο».
Το 1932 ο Μιχάλης Γενίτσαρης με την παρέα του και το πρώτο του μπουζούκι! (μετά από δυο χρονιά του το σπάει ένας μπάτσος!). Δεξιά με κιθάρα, ίσως ο φίλος του Τάκης Δημητρίου.


Η 1η του γραμμοφωνηση ...
Άρχισε να παίζει επαγγελματικά μπουζούκι και να τραγουδάει το 1935. Εκεί γύρω έγραψε και το πρώτο τραγούδι του, το περίφημο «Εγώ μάγκας φαινόμουνα» (ζεϊμπέκικο) το οποίο γραμμοφώνησε στην «Columbia» το 1937 
(Έχει γραφτεί και συνθεθεί το 1935 με '36 και το γραμμοφώνησε το 1937. Ο ίδιος παίζει μπουζούκι και τραγουδάει και κιθάρα παίζει ο Στέλιος Χρυσίνης, που ήταν τυφλός. Μπαγλαμά παίζει ο αδερφός του Παναγιώτης Χρυσίνης, που ήταν και αυτός τυφλός. Από την άλλη πλευρά του δίσκου είναι η «Φαληριώτισσα» του φίλου του του Παπαϊωάννου. Ήταν γραμμοφωνημένη στην Odeon και σε δεκαπέντε μέρες την έβγαλε και η Columbia μαζί με το «Εγώ μάγκας φαινόμουνα»). Σε μια συνέντευξη του λέει ο Γενιτσαρης ότι όταν το άκουσε η μάνα του να παίζει στα γραμμόφωνα κλείστηκε μες στο σπίτι της από ντροπή(!). Tο τραγούδι σημείωσε μεγάλη επιτυχία και ο δημιουργός του ξεκίνησε τις εμφανίσεις του στο ρεμπέτικο πάλκο «Δάσους»του A. Bλάχου, στον Bοτανικό(!). Ακολούθησαν συνεργασίες και γνωριμίες με κορυφαία ονόματα του ρεμπέτικου, μεταξύ των οποίων ο μεγάλος δάσκαλος Mάρκος Bαμβακάρης και οι Στράτος Παγιουμτζής, Aνέστος Δειλιάς, K. Kαρίπης, Π. Τούντας, Σ. Kυρομύτης, Στελάκης Περπινιάδης, Α. Χατζηχρήστος, Μπαγιαντέρας, Γ. Παπαϊωάννου κ.ά.

1937 Μία παρέα γλεντζέδων, στο ουζερί των τότε συνεταίρων Γενίτσαρη και Παπαϊωάννου, στα Καμίνια του Πειραιώς (οδός Χίου). Διακρίνονται: Ο Παπαϊωάννου όρθιος μπροστά απ’ το παράθυρο με το δίσκο στα χέρια και την πετσέτα στον ώμο!! Με Δελια, Χατζηχρηστο, Γενίτσαρη (τέρμα αριστερά), Καρυδάκια κ.α!
Μετά την έκδοση του πρώτου τραγουδιού, ο πατέρας του του άνοιξε ένα καφενείο στην οδό Αίμου και Βάσου στην Αγιά Σοφιά. Από το μαγαζί αυτό πέρασαν όλοι οι παλιοί μπουζουξήδες: Καρυδάκιας, Ανέστης Δελιάς, Μάρκος, Στράτος, Παπαϊωάννου, Μητσάκης, Χιώτης κ.ά. Στη συνέχεια έκλεισε το μαγαζί αυτό και άνοιξε ένα άλλο στην γωνία Ψαρών και Ολύνθου στα Βούρλα, το οποίο έκλεισε και αυτό από την αστυνομία. Η γνωριμία του Γενίτσαρη με τον Γιάννη Παπαϊωάννου έγινε εκείνη την περίοδο και από τότε ήτανε οι δυο τους στενοί και αχώριστοι φίλοι, όπως έλεγε ο Γενίτσαρης.
Με τον Παπαϊωάννου έπαιξαν στην Αίγινα και στη συνέχεια άνοιξαν οι δυο τους ένα μαγαζί στην οδό Χίου, στα Καμίνια. Μετά το κλείσιμο του μαγαζιού αυτού χώρισαν οι δρόμοι τους. Ο Γενίτσαρης έπιασε δουλειά στο «Δάσος» του Αντώνη του Βλάχου, μαζί με το Μάρκο, τον Μπάτη, το Χιώτη, το Στράτο κ.ά. 
«Εκεί πια έγινα μπουζουξής. Κάθε βράδυ σ' αυτό το κέντρο γινότανε το σώσε μέσα 'κει...» 
έλεγε ο Γενίτσαρης.

Μιχάλης Γενίτσαρης: Δημόσιος Κίνδυνος.
H αγάπη του, ωστόσο, για το ρεμπέτικο και το μπουζούκι ήταν για την εποχή του «παράνομη», γι' αυτό και διώχθηκε γι' αυτήν..
Στα δεκαεπτά (1935) του ένας αστυφύλακας του σπάει το μπουζούκι και ο Γενίτσαρης του ορμαει και του σκίζει τον χιτώνα. Τον πιάνουνε και τον δικάζουνε να κάνει έξι μήνες στις Φυλακές Αβέρωφ. Αυτή ήταν η πρώτη καταδίκη του, καθώς ακολούθησαν πολλές ακόμα για παρόμοιους λόγους..
Στο μαγαζί του Βλάχου είδαν πάρα πολλά τα μάτια του Γενίτσαρη
. Μπλέχτηκε σε δύο σοβαρές ποινικές υποθέσεις εκείνη την περίοδο που η μία του στοίχισε πάλι την εισαγωγή του στη «στενή» για μερικούς μήνες. Βγήκε και συνέχισε την εργασία του στο «Δάσος», ώσπου το μπλέξιμό του σε έναν καυγά με πυροβολισμούς και τραυματισμούς τον οδήγησαν στην εξορία. Το Μεταξικό καθεστώς τον έστειλε στη Νιο ως δημόσιο κίνδυνο διότι, όπως του είπανε, είχε μπλέξει σε πολλές φασαρίες.
«...Τι να κάνω; Ντύθηκα, βγαίνω έξω. Είχανε την κλούβα, με βάζουνε μέσα, και με πάνε στον προϊστάμενό τους, και αυτός μου παρουσιάζει ένα χαρτί να το υπογράψω. Του λέω: Τι είναι αυτό; Και αυτός μου λέει: Αυτό το χαρτί, μια που είναι καλοκαίρι, στο στείλαμε να πας να παραθερίσεις. Σε στέρνουμε ένα χρόνο εξορία για Δημόσιο επικίνδυνο. Του λέω: Πού; Μου λέει: Στη Νιο...».
 Η εξορία του Γενίτσαρη κράτησε για ένα χρόνο. Στο νησί συνάντησε τον Ανέστο Δελιά που τον είχαν στείλει και αυτόν εξορία, αλλά για τοξικομανία και όχι για δημόσιο επικίνδυνο, όπως είχαν χαρακτηρίσει το Γενίτσαρη. Οι ιστορίες από κείνη την περίοδο της δύσκολης ζωής του Γενίτσαρη αμέτρητες.
«Μια ημέρα είχε αρπάξει ένανε εξόριστο η χωροφυλακή και τον είχε σπάσει στο ξύλο, γιατί είχε μπει μέσα σ' ένα κοτέτσι να κλέψει αβγά, αλλά αβγά δεν βρήκε και από την πείνα έφαγε τα πουλάκια ωμά ... Εκεί θυμάμαι το νησί, η Νιο ήταν ξερότοπος και αγριάνθρωποι οι κάτοικοι ... Το χωργιό τους είχε τρακόσα σπίτια και 366 εκκλησίες και αμέτρητοι αρεόμυλοι και ψύλλους κοπάδια».
Όταν γύρισε από την εξορία ξανάρχισε να παίζει το μπουζούκι. Η κλάση του για να υπηρετήσει στο στρατό ήταν το 1938. Όμως αυτός δεν είχε πάει και ήτανε από τότε λιποτάκτης. Με τη βοήθεια ενός θείου του συνταγματάρχη πήγε στο στρατό με την κλάση του 1940 χωρίς κυρώσεις, αλλά αμέσως έμπλεξε σε φασαρίες με γυναικοδουλειά που του στοίχισε άλλα δύο χρόνια στη «στενή» και εν καιρώ πολέμου που στο μεταξύ είχε κηρυχτεί.


«Στη φυλακή πέρασα πολλά. Τότε είχε αρχίσει η πείνα. Θυμάμαι, ένας ναύτης ήτανε στη φυλακή για κλοπή και τη νύχτα στο αποχωρητήριο είχε ανάψει φωτιά με ένα ντενεκέ και έβραζε μια γάτα να φάει. Και τον αρπάξανε και τον ρίξανε στο πειθαρχείο...».
* Μόλις βγήκε από τη φυλακή (1942) έπιασε δουλειά στο υπόγειο του "Περοκέ" στο κέντρο «Σεβιλιανα» του Κατελάνου, με το Χιώτη και το Λαύκα και μετά στο κέντρο «Καρέ του ’Ασσου»με τον Καπλάνη και το Χατζηχρήστο, ενώ στη συνέχεια (1944) πήγε στο νέο μαγαζί που είχε ανοίξει ο Αντώνης ο Βλάχος στη γωνία Ζήνωνος και Δεληγιώργη στην Αθήνα, με τον 
Στράτο και τον (άρρωστο) Ανέστο Δελιά (πέθανε τον Ιούλιο του 1944). Η εμπλοκή του σε μία κομπίνα τον έστειλε στη για άλλους δεκαοκτώ μήνες στη φυλακή. Μετά την έξοδό του από τη φυλακή έπαιξε σε διάφορα μαγαζιά, ώσπου ήρθε η απελευθέρωση.
Την περίοδο της Κατοχής γράφει τραγούδια που στηλιτεύουν τους μαυραγορίτες "Οι μαυραγορίτες" ενώ, παράλληλα, υμνεί τους τολμηρούς σαλταδόρους. «πολέμησα -θυμόταν ο ίδιος- τους Γερμανούς με τους σαλταδόρους». Η εμπειρία του αυτή έγινε τραγούδι και μάλιστα εμβληματικό: είναι ο θρυλικός «Σαλταδόρος»... «Θα σαλτάρω, θα σαλτάρω, τη ρεζέρβα να τους πάρω».
Ο Γενίτσαρης (μπουζούκι), ο Γιώργος ο κιθαρίστας, και πίσω ο ξακουστός νταής Γιώργος Μασαλάς (πέθανε το 1942), ο Γιώργος Βρετός (τον τουφέκισαν οι γερμανοί) κι ο Τάσος Βλάχος (αδερφός του γνωστού μαγαζάτορα), το 1941

Μετά την απελευθέρωση και τον εμφύλιο ο Γενίτσαρης ανέλαβε ένα μαγαζί στην Τρούμπα. Μαζί του ο Παπαϊωάννου, ο Κερομύτης και ο Νίκος ο Πουνέντης, ώσπου μία φασαρία με έναν Εγγλέζο στάθηκε η αφορμή να του το κλείσει η αστυνομία. Συνέχισε να παίζει μπουζούκι στου Καλαματιανού στις Τζιτζιφιές παρέα με τον Παπαϊωάννου, στου "Βλάχου" (που είχε γίνει το λημέρι του) κ.α. Στην περίοδο αυτή έγραψε αρκετά τραγούδια που τα τραγούδησαν μεγάλοι καλλιτέχνες και πέρασε από πολλά μαγαζιά. 
Το 1952 αηδιασμένος από το κυνηγητό που είχε εξαπολυθεί ενάντια στο ρεμπέτικο και άλλα σκηνικά.. σταμάτησε να παίζει στα πάλκα και έγινε χονδρέμπορος φρούτων στη λαχαναγορά του Πειραιά. Αρχίζει όμως να δίνει τραγούδια σε λαϊκούς τραγουδιστές!. Mεταξύ αυτών οι: Στέλιος Kαζαντζίδης, Γρηγόρης Mπιθικώτσης, Μαρίκα Νίνου, Πάνος Γαβαλάς, Kαίτη Γκρέυ, Στελλάκης και Bαγγέλης Περπινιάδης, Στράτος Διονυσίου Βούλα Γκίκα, Χρηστάκης, Ρία Κούρτη, Σπύρος και Ζωή Ζαγοραίου, Α. Ζακυνθηνάκης, Δημ. Ευσταθίου, Α. Νικολαίδης, Λεωνάρδος Μπουρνέλης, Παν. Μιχαλόπουλος και μετα το '80 με Xάρις Aλεξίου, Γιώργος Nταλάρας, Ελένη Γεράνη, Mανώλης Mητσιάς, Γλυκερία, Ρεμπέτικη και Αθηναϊκή Κομπανία κ.ά.) 
Από το 1952 έως το 1971 ο Γενίτσαρης, ουσιαστικά, χάθηκε από το πάλκο.. Ένα διάστημα φυλακίσθηκε, μετά άνοιξε ένα μπουζουξίδικο στην Αίγινα αλλά έπεσε έξω οικονομικά και μετά έπιασε δουλειά στη λαχαναγορά.
Αριστερή φωτο: Ο Γιώργος Βρετός (τον τουφέκισαν οι Γερμανοί) και ο Μιχάλης Γενίτσαρης, ενώ τρώνε σταφύλια (Πειραιάς, 1941). Δεξια φωτο: Ο Μιχάλης Γενίτσαρης με το μπουλντόγκ του και πίσω ο περίφημος Βασιλόμαγκας (Πειραιάς, 1950)

Από την "αφάνεια" τον ανέσυρε ο Ηλίας Πετρόπουλος, που από το 1971 οργάνωσε στο «Κύτταρο» σειρά εμφανίσεων των βετεράνων του ρεμπέτικου. Τον Στέλιο Κερομύτη, τον Μπαγιαντέρα, το Γιάννη Σταμούλη, το Σκαρπέλη και το Μουφλουζέλη έπαιξαν για αρκετό καιρό στην μπουάτ. Συνέχισε να βρίσκεται στο πάλκο για λίγο καιρό γιατί το ρεμπέτικο είχε έρθει και πάλι στην επιφάνεια και όλοι ζητούσαν να ακούσουν τους παλιούς. Η εκμετάλλευση όμως των αγνών αυτών μουσικών από τα γεράκια της αναβίωσης του ρεμπέτικου έκαναν το Γενίτσαρη να ξανακρεμάσει το μπουζούκι του.. ’Ανοιξε κάβα ποτών στην Αγιά Σοφιά και από κει και πέρα συμμετείχε μόνο σε συναυλίες, ενώ είχε και δισκογραφική παρουσία.
Φωτογραφία από τις δευτεριάτικες συναυλίες στο "Κύτταρο". Διακρίνονται η Αλεξάντρα, ο Γενίτσαρης, Σκαρπέλης, ο Μπίρ- Αλάχ (5-10-1972)
Το 1996 - '97  προς τιμήν του διοργανώθηκε στο θέατρο του Λυκαβηττού μια μεγάλη, πολυσυμμετοχική συναυλία. Τα επόμενα χρόνια εμφανίστηκε σποραδικά, μέχρι να αποσυρθεί οριστικά το 1999.
Άφησε την τελευταία του πνοή στις 11 Μαΐου 2005, στο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν, τις τελευταίες ημέρες, με βαριά λοίμωξη του αναπνευστικού..


Πηγή: mpouzoukimpouzouxides.bloggspot,gr

Τρίτη 2 Ιανουαρίου 2018

'Ενα τραγούδι μια ιστορία. "Αύγουστος" ο αθεράπευτα μελαγχολικός


Θυμάμαι την ιστορία πίσω από τον ''Αύγουστο'', όπως μου την είχε αφηγηθεί ο Παπάζογλου αυτοπροσώπως, ένα μεσημέρι του μακρινού 1997 στους ''Αέρηδες'' της Πλάκας:

Στα τέλη Ιουνίου του 1978 είχε γίνει ο σεισμός της Θεσσαλονίκης που προξένησε το θάνατο πολλών ανθρώπων. Χιλιάδες επίσης έμειναν άστεγοι, ενώ η μετασεισμική δραστηριότητα συνεχιζόταν για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Έχοντας υποστεί ζημιές το σπίτι τους, ο Παπάζογλου πρότεινε στη γυναίκα του να πάρει τη νεογέννητη κόρη τους και να πάνε για λίγο καιρό σε συγγενείς τους στην Αμερική, μέχρι δηλαδή να μειωθεί το τρέμουλο της γης κάτω απ' τα πόδια τους. Έτσι και έγινε.
Μπαίνοντας πια στον Αύγουστο, ο Παπάζογλου δέχτηκε την πρόσκληση του Διονύση Σαββόπουλου να παραθερίσει λίγες μέρες κοντά του στο Πήλιο. Πήγε, αλλά όπως ήταν αναμενόμενο, ο Νιόνιος δεν έκανε διακοπές μόνος του. Περιστοιχιζόταν από την οικογένεια του και νεαρά άτομα, αγόρια και κορίτσια.

Σύντομα το πάθος του Παπάζογλου φούντωσε για ένα νεαρό όμορφο κορίτσι. Έλξη απ' αυτές τις ακατανίκητες που φέρνει ο Αύγουστος, η κάψα του ήλιου και η αλμύρα της θάλασσας! Τι θα έκανε ο καλλιτέχνης; Θα απατούσε τη γυναίκα του που έφυγε προσωρινά για να γλιτώσει το στρες των μετασεισμών; Σκεφτόταν και την κόρη του που μόλις είχε έρθει στον κόσμο...

Η ιστορία λέει πως ο Παπάζογλου δεν άντεξε άλλο το μαρτύριο ενός μοιραία ανικανοποίητου έρωτα. Μπήκε στο αυτοκίνητο του, αποφασισμένος να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη. Στη διαδρομή η μελαγχολία και οι σκέψεις του χτύπησαν κόκκινο. Ο ''Αύγουστος'' μόλις είχε συλληφθεί στο μυαλό του, στιχουργικά και μουσικά:

Σ' αγαπάω μα δεν έχω μιλιά να στο πω
κι αυτό είναι ένας καημός αβάσταχτος
λιώνω στον πόνο γιατί νιώθω κι εγώ
ο δρόμος που τραβάμε είναι αδιάβατος
κουράγιο θα περάσει θα μου πεις...
Σε ποιαν έκσταση απάνω σε χορό μαγικό
μπορεί ένα τέτοιο πλάσμα να γεννήθηκε
από ποιο μακρινό αστέρι είναι το φως
που μες τα δυο της μάτια πήγε κρύφτηκε
κι εγώ ο τυχερός που το 'χει δει
Μες το βλέμμα της ένας τόσο δα ουρανός
αστράφτει συννεφιάζει αναδιπλώνεται
μα σαν πέφτει η νύχτα πλημμυρίζει με φως
φεγγάρι αυγουστιάτικο υψώνεται
και φέγγει από μέσα η φυλακή...

Η ''Φυλακή''! Αυτή ''η άτιμη η φυλακή'', έλεγε ο Παπάζογλου, που μας αναγκάζει να είμαστε ''νομιμόφρονες'', ήταν υπαίτια τελικά για ένα από τα ομορφότερα και πλέον διαχρονικά ερωτικά ελληνικά τραγούδια. Ήταν η πρώτη φορά επίσης, πάντα σύμφωνα με τον δημιουργό, που του βγήκε μια μουσική λόγια, κλασικίζουσα, ανεξάρτητη από τις rock ή τις λαϊκότροπες καταβολές του παρελθόντος και του τότε παρόντος του.
Το τραγούδι γράφτηκε για κιθάρα - φωνή και ο Παπάζογλου συνήθιζε να το παρουσιάζει σε φίλους του, δειλά - δειλά στην αρχή. Αργότερα προστέθηκαν τα μέρη των εγχόρδων, που το εμπλούτισαν ενορχηστρωτικά με ένα συγκλονιστικό τρόπο, έτσι όπως μάθαμε τον ''Αύγουστο'' από το άλμπουμ ''Χαράτσι'' του 1984. Έπρεπε να περάσουν δηλαδή έξι χρόνια για να δισκογραφηθεί στο πρώτο προσωπικό άλμπουμ του τραγουδοποιού πια Νίκου Παπάζογλου και όχι απλά του ερμηνευτή του Ρασούλη, του Ξυδάκη, του Νικολόπουλου και των άλλων συνθετών.

Τον ''Αύγουστο'' του Νίκου Παπάζογλου ηχογράφησαν τα επόμενα χρόνια από συναυλίες τους οι μεγαλύτεροι Έλληνες τραγουδιστές: Η Χάρις Αλεξίου, ο Γιώργος Νταλάρας και η Ελευθερία Αρβανιτάκη. Καμία όμως εκτέλεση δεν έφτασε σε αισθητική και συγκινησιακή πληρότητα αυτήν του δημιουργού του τραγουδιού. Ίσως γιατί δεν επρόκειτο για ακόμη ένα τραγούδι που αγαπήθηκε από τον κόσμο και έγινε κτήμα του.

Ο ''Αύγουστος'' ήταν και είναι ο αισθηματικός λυγμός του Παπάζογλου, η μελαγχολία της ηττημένης λίμπιντο και αυτό το επίπονο απωθημένο ερωτικό ένστικτο που συναντάμε στα ποιήματα του Καβάφη ή και του Χριστιανόπουλου και του Ασλάνογλου, για να θυμηθούμε δύο άλλους μεγάλους ποιητές - συντοπίτες του τραγουδοποιού. ''Ένα αριστούργημα'' είχε χαρακτηρίσει τον ''Αύγουστο'' από το Τρίτο Πρόγραμμα ο Μάνος Χατζιδάκις πριν ακόμη βγει ο δίσκος! Ισχύει 100%, βοηθούσης πάντα της μοναδικής αυγουστιάτικης πανσελήνου!

Α.ΜΠΟΣΚΟΪΤΗΣ Πηγή: www.lifo.gr