Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 2017

Το Μπουζούκι και η Ιστορία του


 Το πλέον αγαπημένο και πλέον συκοφαντημένο όργανο στην Ελλάδα είναι ίσως το μόνο που έχει ελάχιστες, κυρίως αισθητικές, διαφορές από τον αρχαίο του πρόγονο, την Πανδούρα. Ταυτόχρονα είναι το μόνο όργανο, με βάση αυτήν την καταγωγή, που δίχαζε τον ελληνισμό από την αρχαιότητα. Όπως συντείνουν σχεδόν όλοι οι ερευνητές και λαογράφοι, η μοίρα του Τρίχορδου, ή Πανδούρας, ή Ταμπουρά, αργότερα στην ανατολή Σάζι και τελικά Μπουζουκιού, μοιάζει να είναι ένα συνεχές πήγαινε-έλα μεταξύ Ελλάδος και Ανατολής.
Ήδη από τα αρχαία χρόνια, πανθομολογείται η εισαγωγή της Πανδούρας από την Ανατολή, όργανο με ηχείο αχλαδόσχημο, μανίκι διπλάσιου μήκους και τρεις διπλές χορδές με την ίδια ακριβώς σχέση που χρησιμοποιείται και στο εξάχορδο μπουζούκι. Η μεγάλη επιτυχία της πανδούρας οφείλεται στην δυνατότητα παραγωγής μεγάλου πλούτου ήχων με μικρό αριθμό χορδών. Στα Βυζαντινά Χρόνια, μοιάζει να κατακτά κάποια απήχηση και στις τάξεις των Λογίων μιας και είναι το ενδεδειγμένο (μαζί με το κανονάκι) όργανο για την διδασκαλία της Βυζαντινής μουσικής, ενώ πλούσια είναι και η απεικόνιση Ταμπουράδων όπως και οι αναφορές στην δημοτική αλλά και την λόγια ποίηση της εποχής. Μάλιστα, παρά την εσφαλμένη πεποίθηση πως η ονομασία μπουζούκι εμφανίζεται μαζί, ήδη από τα Βυζαντινά χρόνια παρατηρείται η χρήση του όρου παράλληλα με τους αρχαιότερους Ταμπουράς, Θαμπούριν, Πανδούρα.
Το μπουζούκι ανήκει στην οικογένεια των οργάνων με μακρύ λαιμό, όπως το Σάζι, ο Ταμπουράς κ.α.. Το όνομα Μπουζούκι πιστεύετε πως προέρχεται από την λέξη Μποζούκ που σημαίνει σπασμένος αναφερόμενο προφανώς στην αλλαγή που υπέστη το όργανο από την Ανατολική και Κεντρική Ασία.
Κατά την διάρκεια της ανταλλαγής των πληθυσμών μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας (1919-1922), το μπουζούκι κάνει την εμφάνισή του στην Ελλάδα. Οι πρόσφυγες έφεραν μαζί τους τα Σμυρνεϊκα, στα οποία έπαιζαν το Αλ Ούντ ή το Ούτι όπως οι ίδιοι το έλεγαν. Πολύ σύντομα το ούτι αντικαταστάθηκε από το μπουζούκι και τα Σμυρνεϊκα επηρέασαν το ρεμπέτικο.
 Έτσι στα τέλη της δεκαετίας του 1920, μετά την εθνική ολοκλήρωση (μέσω της μικρασιατικής καταστροφής) θα εμφανιστούν και οι πρώτες ορχήστρες μπουζουκιών. Πρώτη και θρυλλικότερη η Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς, που ιδρύει ο Μ. Βαμβακάρης το 1929 με τρία μπουζούκια [Βαμβακάρης, Δελιάς Παγιουμτζής] και έναν μπαγλαμά [Μπάτης]. Το μπουζούκι γίνεται πλέον ο βασιλιάς της λαϊκής ορχήστρας. Το τέταρτο ζεύγος χορδών που ο Μανώλης Χιώτης προσθέτει αμέσως μετά τον πόλεμο, είναι η σημαντικότερη ίσως αλλαγή στην μορφή του μπουζουκιού στα 2300 χρόνια της ελληνικής του ιστορίας. Μια αλλαγή, που σε μια κρίσιμη καμπή της πορείας του, τού προσέφερε νέες, τεράστιες, εκφραστικές δυνατότητες και το κατέστησε απόλυτο κυρίαρχο της ελληνικής μουσικής.
Αυτό που στην πραγματικότητα συνέβη στα τέλη του 19ου αι. είναι ο εξοβελισμός του μπουζουκιού από τις κλασικές λαϊκές ορχήστρες. Την εποχή εκείνη, σχηματοποιούνται, οριστικά πλέον, δύο μορφές λαϊκής ορχήστας: η κομπανία στην στεριανή Ελλάδα (κλαρίνο, βιολί, λαούτο, σαντούρι) και η ζυγιά στα νησιά (βιολί-λαούτο, λύρα-λαούτο). Εδώ ακριβώς βρίσκονται οι ρίζες της νέας του ακμής. Το μπουζούκι (ονομασία που κυριαρχεί πλέον έναντι του Ταμπουρά) γίνεται κυρίαρχο όργανο των μοναχικών τραγουδοποιών, κι όχι των επαγγελματιών μουσικών των πανηγυριών. Των απόκληρων και των Ρεμπέτηδων!

Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με την διαμόρφωση εκείνη την εποχή της ρωμαλέας, αστικής κλεφτουριάς (Μαγκιά), σηματοδοτεί την νέα ακμή του μπουζουκιού.