Παρασκευή 27 Οκτωβρίου 2017

Η "Εστουδιαντίνα Αίγινας" εν δράση

   Συναυλία υποστήριξης  του 2ου Δημοτικού Σχολείου Αίγινας θα πραγματοποιήσει η ορχήστρα "Εσθουντιαντίνα Αίγινας" για την ενίσχυση (επισκευών κλπ λειτουργικών εξόδων) του σχολείου. 
   Η Συναυλία θα γίνει την Τετάρτη 2 Νοεμβρίου και ώρα 7.30 στην αίθουσα εκδηλώσεων του 2ου Δημοτικού Σχολείου Αίγινας.
   Ελάτε να διασκεδάσουμε, ενισχύοντας ταυτόχρονα το 2ο Δημοτικό Σχολείο, καθώς  και την προσπάθεια της ορχήστρας.
    Ραντεβού την Τετάρτη 7.30 στο 2ο Δημοτικό Αίγινας!!!
     Είσοδος 3 ευρώ.
   

Παρασκευή 20 Οκτωβρίου 2017

Βιολί, ενας ήχος μαγικός

«Κάμε τόπο να διαβώ! Εγώ, το βιολί, που με βλέπεις τώρα κορδωμένο στη βιτρίνα μέσα, ήμουνα λέφτερο πουλί! Λάλησα σε γάμους και σε πανηγύρια κι έκλαψα πάνου σε μνήματα! Ανέβαινα σε πάλκα και με τη φωνή μου λιώνανε σόλες απ' τον χορό. Τραγούδησα, ταξίδεψα, είδα κόσμο! (...) Το τι έπαιξα εγώ δεν το βάνει ο νους σου: Σ' ούλους τους τόπους είχα να τους μολογήσω τα δικά τους, για να ανοίξει η ψυχή τους». 
(απόσπασμα από το βιβλίο : Ενα βιολί διηγείται)

Το βιολί είναι έγχορδο μουσικό όργανο που παίζεται με δοξάρι. Το συνολικό μήκος του οργάνου είναι περίπου 60 εκ., ενώ το μήκος του ηχείου μόνο 35 εκ. Το ηχείο μοιάζει σχηματικά με τον αριθμό 8 και απαρτίζεται από δύο κυρτά και ένα κοίλο μέρος.
Οι τέσσερις χορδές του βιολιού διαφορετικού πάχους είναι κατασκευασμένες από ατσάλι, ενώ πολλοί σολίστες χρησιμοποιούν εντέρινες ή μετάξινες με περιέλιξη ασημιού αρχικά από έντερο ζώων και αργότερα από χαλκό και χάλυβα, που κουρδίζονται κατά διαστήματα πέμπτης και η μουσική του έκταση περιλαμβάνει 44 χρωματικούς φθόγγους.
Το δοξάρι του βιολιού είναι ένα τόξο, με το οποίο τεντώνονται 150-250 τρίχες αλόγου. Οι τρίχες αλείφονται με κολοφώνιο για να «πιάνουν» καλύτερα στις χορδές.
Το βιολί εμφανίστηκε τον 16ο αιώνα ως εξέλιξη του μεσαιωνικού Φιντλ (αγγλ. fiddle), όργανο που χρησιμοποιούσαν οι τροβαδούροι για να συνοδεύουν τα τραγούδια τους και του ιταλικού Λύρα ντα μπράτσο (ιταλ. lira da braccio).
Τη σημερινή μορφή του την πήρε κυρίως στην Ιταλία, όπου μεγάλες οικογένειες κατασκευαστών όπως οι Αμάτι, Γκουαρνέρι και Στραντιβάριους, δημιούργησαν θαυμάσιας ακουστικής όργανα που μέχρι και σήμερα θεωρούνται αξεπέραστα. Κατά την εποχή της αναγέννησης δημιουργήθηκαν σημαντικές σχολές βιολιού, που άκμασαν στη Βενετία, τη Μπολώνια, τη Φλωρεντία, τη Ρώμη και σε άλλες ιταλικές πόλεις.
Τα πρώτα βιολιά χρησιμοποιήθηκαν για την εκτέλεση έργων λαϊκής και χορευτικής μουσικής. Οι περισσότεροι μεγάλοι συνθέτες έγραψαν μουσική για σόλο βιολί, μεταξύ των οποίων οι δάσκαλοι του Μπαρόκ Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ και Γκέοργκ Φρήντριχ Χέντελ. Στη συμφωνική ορχήστρα είναι το αρχαιότερο και κύριο μελωδικό όργανο και διαφοροποιείται σε δυο ομάδες, τα πρώτα και τα δεύτερα, όχι λόγω κάποιας κατασκευαστικής διαφοράς αλλά εξαιτίας της διαφορετικής μουσικής γραφής.

Πού οφείλεται ο θεϊκός ήχος των βιολιών Stradivarius;
Ο θεϊκός ήχος που βγαίνει από τα διάσημα βιολιά Stradivarius, έχει δημιουργήσει μύθους, άλλα έχει προκαλέσει και την περιέργεια των επιστημόνων που έκαναν έρευνες και πειράματα για να βρουν από πού προέρχεται ο μαγικός τους ήχος.

Ο διάσημος κατασκευαστής βιολιών Antonio Stradivari χρησιμοποιούσε ένα ειδικό ξύλο από δέντρα που μεγάλωναν στη λεγόμενη «Μικρή Εποχή των Παγετώνων», δηλαδή μεταξύ 1645 και 1715.

Μέσα σε αυτούς τους μεγάλης διάρκειας χειμώνες, το ξύλο των δέντρων αυξανόταν αργά και ομοιόμορφα, αποκτώντας χαμηλή πυκνότητα και μεγάλη ελαστικότητα, αποδίδοντας άριστη τονική ποιότητα ήχου στο βιολί.
Η αστρονομική αξία τους . Στην τιμή των 11 εκατομμυρίων ευρώ πουλήθηκε σε δημοπρασία μέσω διαδικτύου ένα βιολί Στραντιβάριους. Το βιολί ήταν μέρος της συλλογής του ιαπωνικού ιδρύματος μουσικής Nippon και τα έσοδα θα διατεθούν για την ενίσχυση των θυμάτων του σεισμού και του τσουνάμι στην Ιαπωνία.
Σύμφωνα με το BBC, η δημοπρασία οργανώθηκε από τον οίκο Tarisio, αλλά το όνομα του αγοραστή δεν έχει γίνει γνωστό.

Ένας μύθος. Λέγεται οτι ο Αντόνιο Στραντιβάρι, εναπόθετε τα βιολιά του σε συγκεκριμένες ημερομηνίες υπό το φως της Σελήνης, για να αποκτήσουν μια ιδιαίτερη απόχρωση στον Τόνο, σχεδόν εξωπλανητική.

Παρασκευή 13 Οκτωβρίου 2017

Βασίλης Βατικιώτης, περπατώντας στα μονοπάτια της μουσικής μας παράδοσης

Υπάρχουν ομορφιές και αξίες που μπορούν να περιγραφούν και κάποιες που δεν περιγράφονται. Μια από αυτές τις απερίγραπτες ομορφιές και αξίες , θα επιχειρήσω να μεταφέρω μέσα απο τον απλή αφήγηση ενός ανθρώπου που ζει ανάμεσα μας, στην μικρή Αιγινίτικη κοινωνία μας.
Ο λόγος για τον Βασίλη Βατικιώτη, λαϊκό οργανοπαίχτη, που με το αστείρευτο μεράκι και το μπουζούκι του, έχει προσφέρει ξεχωριστές και αξέχαστες στιγμές διασκέδασης.
Ενας οργανοπαίχτης που μίλησε στις καρδιές των απλών ανθρώπων μεταφέροντας την μουσική παράδοση της πατρίδας μας, μέσα απο τα πανηγύρια , τις κοινωνικές εκδηλώσεις, που συμμετείχε.



Ο Βασίλης Βατικιώτης είναι παιδί του αείμνηστου βιολάτορα Γιώργου Βατικιώτη, και παππούς των ανατέλοντων αστεριών Ιωάννας και Παναγιώτας Βατικιώτη, που ήδη γοητεύουν με την παρουσία τους το κοινό της Αίγινας, και πρόσφατα η φήμη τους έφτασε μέχρι την Ικαρία, όπου η Ιωάννα με το μαγικό της δοξάρι και η Παναγιώτα με το μπουζούκι του παππού και τη μελωδική της φωνή, ανέδειξαν το ταλέντο τους, συμμετέχοντας σε συναυλίες που δόθηκαν στο νησί απο την ορχήστρα “Εστουδιαντίνα Αίγινας”.





Ο Βασίλης Βατικιώτης ζεί στο πανέμορφο Σφεντούρι όπου τον επισκεφθήκαμε μαζί με την εγγονή του Ιωάννα και το μουσικοδιδάσκαλο Αλέξανδρο Σπίτζινγκ.
Ο Βασίλης Βατικιώτης γνωστός ως “Τσουμπέλας” μας καλωσόρισε με ενα πλατύ καλωσυνάτο χαμόγελο στο πρόσωπό, και δέχτηκε να μοιραστεί μαζί μας κομμάτια απο τη ζωή του:
Σας μεταφέρω ατόφια όλη την κουβέντα που είχε με το μουσικό- δάσκαλο Αλέξανδρο Σπίτζινγκ.
Ανάμνήσεις και στιγμές που καθόρισαν τη ζωή του.

Αλέξανδρος: Είχα ακούσει τον πατέρα σου να παίζει σε πανηγύρι. Ήταν απο τα καλίτερα βιολιά της Αίγινας. Να υποθέσω ότι αυτός σε οδήγησε στο δρόμο της μουσικής παράδοσης;
Βασίλης: Ο πατέρας μου δεν μου έδειξε ποτέ βιολί γιατί είχε κάνει δεκατρία παιδιά, σε ποιόν να πρωτοδείξει βιολί; Το άρπαζε ο ένας το άρπαζε ο άλλος, το έκρυβε το βιολί μη του το σπάσουμε κιόλας, κι έτσι δεν μάθαμε βιολί. Μετά, εμένα μου είχε μπει στο μάτι το μπουζούκι, μ' άρεσε το μπουζούκι. Λοιπόν, όταν πήγαινα στα γίδια το έπαιρνα το μπουζούκι αγκαλιά και μάθαινα, κι οταν έπιανε βροχή το τρύπωνα μεσα στις σπηλιές για να μη βραχεί.
Αλέξανδρος: Μπουζούκι απο που βρήκες; Απο που βρήκες εκείνη την εποχή το οργανάκι;
Βασίλης: Μου είχε βρει ένα ο πατέρας μου από ενα γέρο στο Μεσαγρό, αλλά ήταν παλιό, σκεβρωμένο, ματώνανε τα χέρια μου, αλλά εγώ εκεί πέισμα συνέχισα, εκεί... με τα γίδια.
Κάποια στιγμή όμως τα άφησα τα γίδια, και τότε με έπαιρνε ο μπαμπάς μου στα πανηγύρια, Ανιτσαίο... σε όλη την Αίγινα.
Αλέξανδρος: Τον συνόδευες δηλαδή με το μπουζούκι;
Βασίλης: Ναι... μπάσα κυρίως
Αλέξανδρος: Ακόρντα δηλαδή ή επαιζες και μελωδία μαζί;
Βασίλης: Ναι, σκέτο μπουζούκι ή όποιος ήθελε ζεμπέκικο το πήγαινα με το μπουζούκι... Να σας πω κι ενα καλαμπούρι; Μια φορά σε ενα πανηγύρι στον Αη Γιάννη το κυνηγό, τότες ήμουνα δεκαπέντε δεκάξι χρονών, είχα μάθει μερικά τραγούδια, ήταν ενας παπάς ο παπα Τάσος απο τον Ασώματο, μερακλής παππάς, τελείωσε η εκκλησία αρχισε το πανηγύρι, εκείνος ήθελε το “ενας μάγκας στο Βοτανικό”, σκέτο μπουζούκι. Έγω μέχρι τη μέση το πήγα καλα, μετά κάτι ο κόσμος, το ενα το άλλο αγχώθηκα και σταμάτησα, μου λέει... “ρε Τσουμπέλα” θα παίξεις να χορέψουμε; Ειχε μερακλωθεί αυτός και ήθελε να χορέψει. Τι να του
πουλήσουμε εμείς τώρα; χαχαχα.
Γυρισα εγω πίσω και ντράπηκα, πιτσιρικάς ήμουνα! Τόβαλα μανία να το μάθω όμως, και σε μια δόση πήγαμε στο Ανιτσαίο στο πανηγύρι και μου λέει ο παππάς:
τώρα σε παραδέχουμαι. Τώρα, τώρα θα σου παίξω κι αλλο του λέω εγώ, το “είμαστε καθώς πρέπει άντρες” .. Ααα μου λέει, πάμε καλά...
Μετά συνέχισα με τον παππού στα πανηγύρια.
Αλέξανδρος: Είχες καθόλου δάσκαλο ή μόνος σου;
Βασίλης: Μόνος μου, μόνος μου. Πήγα μόνο πέντε ή εξη φορές στον κυρ Θανάση που έφτιαχνε και όργανα και μου έδειξε, αλλά “θέλεις δάσκαλο” μου είπε, “μόνος σου πολύ καλά τα πάς αλλά θέλεις δάσκαλο”
Αλέξανδρος: Απο τα δεκατρία παιδιά 'επαιξε κάποιος άλλος όργανο;
Βασίλης: Ο πατέρας μου βιολί κι εγω τον συνόδευα. Οχι, δεν έπιασε κανείς άλλος όργανο. Η μάνα μου τραγουδούσε. Και ο παππούς μου, ο πατέρας της μάνας μου, τσοπάνης ήτανε αλλά στο δημοτικό τραγούδι ήταν ταλέντο άφταστος.Τραγουδούσε στα πανηγύρια, πολύ καλός, αλλά δεν ήτανε τότες δημοσιογράφοι να τους βγάλουν.
Αλέξανδρος: το όνομα του;

Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2017

Λαούτο, ο πρόγονος των μουσικών οργάνων

«΄Ηπαιρνε το λαγούτον του και σιγανά επορπάτει

κ’ εχτύπαν το γλυκιά γλυκιά ανάδια στο παλάτι.

Κι αιτόνος ο τραγουδιστής κι αυτός ο λαγουτάρις

είναι μεγάλη δύναμις, είναι μεγάλη χάρις."


Οι κορδές του λαγούτου ντου πουλλιά’ν και κιλαηδούσι.


     Το λαούτο είναι κατ’ εξοχήν όργανο συνοδείας και συγκαταλέγεται μεταξύ όλων των συνδυασμών των λαϊκών μουσικών συγκροτημάτων. Στην οικογένεια του λαούτου, σύμφωνα με την εθνομουσικολογία ανήκει κάθε χορδόφωνο που έχει ηχείο καπάκι και χορδές τεντωμένες παράλληλα προς το καπάκι του ηχείου και το χέρι και παίζονται με τα δάχτυλα ή με πένα.Χωρίζονται σε δυο κατηγορίες: στα μακριά λαούτα και στα κοντά λαούτα. Στα τέλη του 19ου αιώνα το λαούτο κατασκευαζόταν σε τρία μεγέθη. Σήμερα έχει επικρατήσει το μεσαίο μέγεθος. Και αυτό διαφέρει στις διαστάσεις του από κατασκευαστή σε κατασκευαστή, αν και οι διαφορές είναι μικρές και χωρίς σημασία για την όλη λειτουργία του οργάνου. Πρώτου μεγέθους λαγούτο, μεγαλύτερο στο μάκρος, το φάρδος και το πλάτος σε σύγκριση με τα’ άλλα που παίζονται και κατασκευάζονται στην Ελλάδα είναι σήμερα το κρητικό λαούτο.

  Το λαούτο φαίνεται ότι έπαιζε σημαντικότατο ρόλο, στην μουσική παράδοση πολλών λαών, από την αρχαιότητα. Λαοί όπως οι Σουμέριοι, οι Αιγύπτιοι, οι Χετταίοι και οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν μουσικά όργανα που σήμερα χαρακτηρίζονται ως λαουτοειδή παρ’ όλο που αποτελούν προγόνους των σημερινών λαούτων.


Αρχαια εποχή . Μακριά λαούτα, με μικρό ηχείο και μακρύ χέρι, είναι τα αρχαιότερα της οικογένειας του λαούτου(3η χιλιετία π.Χ, Μεσοποταμία). Σ’ αυτή τον τύπο ανήκει και το αρχαιοελληνικό τρίχορδο ή πανδούρα. Κοντά λαούτα ανιχνεύονται ήδη από τον 8ο αιών. π.Χ στην ελαμιτική τέχνη. Όργανα παρόμοια με το λαούτο απαντώνται σε πολλές αρχαίες και σύγχρονες κοινωνίες. Το σημερινό ελληνικό λαούτο είναι μια σχετικά νεότερη παραλλαγή που διαμορφώνεται το 17ο αιών. πιθανό στο ελλαδικό χώρο και ουσιαστικά αποτελεί ένα είδος ταμπουρά, που είναι ίσως το κοντινότερο όργανο στην αρχαία ελληνική πανδούρα.

Το λαούτο της αναγέννησης. Ελκει την καταγωγή του από την Μέση Ανατολή και συγκεκριμένα από ένα αραβικό όργανο με το όνομα al ud (το ud, το ξύλο). Το όργανο αυτό είχε μεγάλο, καμπύλο αντηχείο, βραχύ λαιμό χωρίς τάστα, που κατέληγε σε με κεφαλή που έφερε κλειδιά, στα οποία δένονταν οι χορδές. Γενικά θεωρείται ότι το ευρωπαϊκό λαούτο δημιουργήθηκε στην Ιβηρική Χερσόνησο, από τους Άραβες που το έφεραν μαζί τους και κατοίκησαν επί μακρών την Ισπανία. Έτσι το λαούτο απέκτησε σιγά σιγά μετακινούμενα τάστα και πήρε την μορφή που περιγράφεται παραπάνω. Παράλληλες μορφές εξελίχθηκαν από το al – ud στις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου. Στη χώρα μας έχουμε τουλάχιστον δυο παραλλαγές, το κρητικό – νησιώτικο και το πολίτικο (λάφτα).
Το σύγχρονο λαούτο. Το δημοτικό τραγούδι βρίσκεται πάντα στα χείλια του Ελληνικού λαού και πολλές φορές βγάζει μ’ αυτό τον πόνο της καρδιάς του. Το ίδιο βρίσκονται και τα λαϊκά, μουσικά όργανα που, είτε πρωταγωνιστούν είτε συνοδεύουν τις παραδοσιακές μελωδίες και τα τραγούδια. Το λαούτο έχει πάμπολλες φορές συνοδεύσει δημοτική ποίηση, ακριτικά τραγούδια, ακόμα και λυρική ποίηση. Είναι ένα όργανο που αναφερόταν πολύ τα παλαιότερα χρόνια. Το βρίσκουμε σε χεορόγραφα του 16ου και 17ου αιώνα όπως στον «Ερωτόκριτο» του Βιτζέντζου Κορνάρου έργο που είναι γνωστό για την λυρική ποιητική του αξία.
«΄Ηπαιρνε το λαγούτον του και σιγανά επορπάτει
κ’ εχτύπαν το γλυκιά γλυκιά ανάδια στο παλάτι.
Κι αιτόνος ο τραγουδιστής κι αυτός ο λαγουτάρις
είναι μεγάλη δύναμις, είναι μεγάλη χάρις
Οι κορδές του λαγούτου ντου πουλλιά’ν και κιλαηδούσι.»
Το λαούτο που είναι γνωστό ως λαγούτο, λαβούτο (από το αραβικό al oud που θα πει ξύλο), παλιότερα λεγόταν και «τυφλοσούρτης» γιατί κρατούσε το ρυθμό σε κάποιο βιολί ή λύρα ή κλαρίνο. Το ηχείο του λαγούτου στην Ελλάδα έχει σχήμα αχλαδιού, μακρύ χέρι που στην απάνω μεριά γέρνει προς τα πίσω, μακρύ χέρι που στην απάνω μεριά γέρνει προς τα πίσω, κλειδιά από τα πλάγια, διπλές χορδές στερεωμένες στο καπάκι και παίζεται μ’ ένα πενάκι (όπως λέγεται)
Στο τέλος του 19ου αιώνα το κατασκεύαζαν σε 3 μεγέθη. Σήμερα χρηιμοποιούν μόνο το μεσαίο. Οι διαστάσεις του διαφέρουν, βέβαια, ανάλογα μ’ αυτόν που θα το χρησιμοπιοήσει∙ άλλος ζητάει από τον κατασκευαστή να έχει το όργανό του πιο βαθύ ηχείο, άλλος πιο μακρύ χέρι, ή πιο κοντό.
Σε σύγκριση με όσα λαούτα χρησιμοποιούνται στην Ελλάδα, το Κρητικό λαούτο είναι μεγαλύτερο σε μάκρος, φάρδος και βάθος.
Πολλά έχει να σκεφτεί ο κατασκευαστής αυτού του οργάνου. Κατ’ αρχήν πώς θα επιτύχει καλύτερο ήχο, σε ποιές καιρικές συνθήκες μπορεί ν’ αντέξει το ξύλο και να μη σκεβρώσει, ακόμα και την καλαίσθητη παρουσία που θα έχει όταν το παραδώσει.
Το πενάκι του λαούτου γίνεται από φτερό αρπακτικού πουλιού (συνήθως γύπα, αετού ή γερακιού) και στην ανάγκη από φτερό γαλοπούλας ή από πλαστικό. Μεγαλύτερης, όμως, αντοχής είναι οι πένες από φτερό αρπακτικού πουλιού.
Κάθε λαουτιέρης για να είναι ασφαλής ότι θα μπορέσει να παίξει χρειάζεται το λαγούτο του, πρέπει να’ χει μαζί του και εφεδρικές πενές.
Η ένταση του ήχου εξαρτάται από το παίξιμο του λαουτιέρη.
Το μαλακό παίξιμο δίνει γλυκύτερο ήχο ενώ το σκληρό δίνει δυνατό ήχο. Όλα κανονίζονται ανάλογα με το αν το λαγούτο συνοδεύει απλά τραγούδι, ή αν συνοδεύει ένα ή πολλά όργανα, αν ο χώρος είναι μεγάλος ή μικρός, ανοιχτός ή κλειστός.
Το λαούτο σαν αρμονική συνοδεία χρησιμοποιείται, γενικά, σ’ όλη την Ελλάδα αλλά ιδιαίτερα στα νησιά και στα χωριά σε λαϊκές διασκεδάσεις, γάμους, βαφτίσια κλπ.
Η παραδοσιακή, δημώδης μουσική είναι πολύτιμη γιατί διασώζει και περνάει από γενιά σε γενιά τις ρίζες της φυλής, μαζί με τους πόνους, τους μόχθους και τους αγώνες για την απόκτηση της λευτεριάς και της ανεξαρτησίας της πατρίδας μας.